Άγ.ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ:Λόγος απολογητικός προς εκείνους που κατηγορούν τις άγιες εικόνες
ΛΟΓΟΣ ΑΠΟΛΟΓΗΤΙΚΟΣ
ΠΡΟΣ ΕΚΕΙΝΟΥΣ
ΠΟΥ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΝ ΤΙΣ ΑΓΙΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ
Α'
Θα έπρεπε βέβαια εμείς, συναισθανόμενοι πάντοτε την αναξιότητά μας, να σιωπούμε και να εξομολογούμαστε στο Θεό τις αμαρτίες μας,
αλλά όταν όλα στον καιρό τους είναι καλά, επειδή όμως βλέπω την Εκκλησία, την οποία ο Θεός έκτισε επάνω στο θεμέλιο των αποστόλων και των προφητών με ακρογωνιαίο λίθο το Χριστό τον Υιό του, να βάλλεται, σαν σε θαλάσσια φουρτούνα που υψώνεται με αλλεπάλληλα κύματα, και να ανακατώνεται και να αναταράσσεται από τη βίαιη πνοή των πονηρών πνευμάτων, και το χιτώνα του Χριστού, τον υφασμένο με τη χάρη του Θεού, αυτόν που οι απόγονοι των ασεβών θέλουν με αυθάδεια να κομματιάσουν, τον βλέπω να σχίζεται, και το σώμα του, δηλαδή τον λαό του Θεού και τη θεοπαράδοτη από παλιά διδασκαλία της Εκκλησίας να κατακερματίζεται σε διάφορες δοξασίες, γι' αυτό θεώρησα πως δεν είναι σωστό να σιωπώ και να δέσω τη γλώσσα μου, φέροντας στη σκέψη μου την απόφαση που απειλεί λέγοντας· αν υποχωρήσεις, δεν θα έχεις την επιδοκιμασία μου1, και αν δεις το φονικό μαχαίρι να πλησιάζει και δεν ειδοποιήσεις τον αδελφό σου, θα ζητήσω το αίμα του από σένα2. Επειδή λοιπόν με τάρασσε αφόρητος φόβος, αποφάσισα να μιλήσω, χωρίς να υπολογίσω μπροστά στην αλήθεια το μεγαλείο των βασιλέων γιατί άκουσα τον θεοπάτορα Δαβίδ να λέει, μιλούσα μπροστά σε βασιλείς και δεν ντρεπόμουνα3, και μάλιστα κεντριζόμουνα από αυτό ακόμα πιο πολύ να μιλήσω. Γιατί είναι φοβερό πράγμα ο λόγος του βασιλιά που καταδυναστεύει τους υπηκόους, και είναι ανέκαθεν λίγοι εκείνοι που περιφρόνησαν τα βασιλικά διατάγματα, όσοι δηλαδή γνωρίζουν ότι ο επίγειος βασιλιάς εξουσιάζεται από το Θεό και ότι οι νόμοι είναι ισχυρότεροι των βασιλέων.
2 Πριν από όλα, αφού στερέωσα στο λογισμό, σαν σε κάποια καρίνα ή θεμέλιο, τη διαφύλαξη της εκκλησιαστικής παραδόσεως, με την οποία είναι φυσικό να εξασφαλίζεται η σωτηρία, άνοιξα τη βαλβίδα του λόγου και σαν άλογο καλά χαλιναγωγημένο το παρακίνησα να ξεκινήσει από την αφετηρία. Γιατί πραγματικά νόμισα πως είναι πάρα πολύ φοβερό η Εκκλησία που λάμπει με τόσα προτερήματα και είναι στολισμένη με τις θεοδίδακτες παραδόσεις των ευσεβέστατων πατέρων να επιστρέφει στα φτωχά πράγματα, επειδή φοβάται εκεί που δεν υπάρχει φόβος, και, σαν να μη έχει γνωρίσει τον αληθινό Θεό, να παίρνει τον κατήφορο της ειδωλολατρίας και να εγκαταλείπει την τελειότητα για ασήμαντες αφορμές, σαν να έχει ένα μικρό ψεγάδι σ' ένα ωραιότατο πρόσωπο που με την αδιόρατη παρεμβολή του καταστρέφει το σύνολο της ομορφιάς. Γιατί το μικρό δεν είναι μικρό, όταν προξενεί μεγάλο κακό, όπως δεν είναι μικρό ψεγάδι το να ανατραπεί η θεοδίδακτη παράδοση της Εκκλησίας, πράγμα που καταδίκασαν οι προηγούμενοι οδηγοί μας, των οποίων είναι χρέος μας, αφού εξετάσουμε καλά την πολιτεία τους, να μιμούμαστε την πίστη τους4.
3 Παρακαλώ λοιπόν θερμά πρώτα τον παντοκράτορα Κύριο, μπροστά στον οποίο όλα είναι γυμνά και ολοφάνερα, προς τον οποίο απευθύνεται ο λόγος μου και ο οποίος γνωρίζει στην περίπτωση αυτή την καθαρότητα της ταπεινής μου γνώμης και την ειλικρίνεια του σκοπού μου, να μου δώσει λόγο με το άνοιγμα του στόματός μου, και αφού πάρει στα χέρια του τα χαλινάρια του νου μου να τον αποσπάσει προς τον εαυτό του, για να τραβήξω το δρόμο μπροστά και ίσια, χωρίς να παρεκκλίνω προς εκείνα που νομίζονται καλά ή όσα είναι γνωστά ως ολότελα εσφαλμένα. Έπειτα παρακαλώ όλο το λαό του Θεού, το έθνος το άγιο, το βασίλειο ιεράτευμα, μαζί με τον καλό ποιμένα του λογικού ποιμνίου του Χριστού, ο οποίος απεικονίζει στον εαυτό του την ιεραρχία του Χριστού, να δεχθούν με αγαθή διάθεση το λόγο μου, χωρίς να δίνουν σημασία στην ελάχιστη αξία του, ή να αναζητούν ευστροφία λόγων, γιατί σ' αυτά δεν είμαι ειδήμων ο φτωχός εγώ, αλλά να ζητούν τη δύναμη των νοημάτων (γιατί η βασιλεία των ουρανών δεν είναι θέμα λόγων, αλλά δυνάμεως5)· άλλωστε σκοπός μου δεν είναι να νικήσω, αλλά να απλώσω χέρι στην αλήθεια που πολεμείται, χέρι δυνάμεως που το απλώνει η αγαθή διάθεση. Αφού λοιπόν επικαλέσθηκα ως βοηθόν την ενυπόστατη αλήθεια, θα αρχίσω από εδώ το λόγο μου.
Γνωρίζω εκείνον που αδιάψευστα είπε ο Κύριος ο Θεός είναι ένας Κύριος6, και τον Κύριο το Θεό σου θα προσκυνάς και μόνο αυτόν θα λατρεύεις7, και δε θα υπάρχουν για σένα άλλοι θεοί8, και δε θα κατασκευάσεις κανένα γλυπτό ομοίωμα, από όσα υπάρχουν επάνω στον ουρανό και κάτω στη γή9, και να είναι ντροπιασμένοι όλοι όσοι προσκυνούν τα αγάλματα10 και να εξαφανισθούν οι θεοί, που δεν δημιούργησαν τον ουρανό και τη γή11 και όλα όσα κατά τον ίδιο τρόπο τα παλιά χρόνια είπε ο Θεός στους πατέρες και στους προφήτες και στις τελευταίες μέρες είπε σε μας με το μονογενή του Υιό, με τον οποίο δημιούργησε και το σύμπαν12. Γνωρίζω εκείνον που είπε˙ αυτή είναι η αιώνια ζωή, να γνωρίζουν εσένα, τον μόνο αληθινό Θεό και τον Ιησού Χριστό που έστειλες13. Πιστεύω σε ένα Θεό, μια αρχή των όλων, άναρχο, άκτιστο, άφθαρτο και αθάνατο, αιώνιο και αΐδιο, ακατάληπτο, ασώματο, αόρατο, απερίγραπτο, ασχημάτιστο, μια ουσία υπερούσια, υπέρθεη θεότητα, σε τρεις υποστάσεις, σε Πατέρα και Υιό και άγιο Πνεύμα, και αυτόν μόνο λατρεύω και σ αυτόν μόνο προσφέρω τη λατρευτική προσκύνηση. Ένα Θεό προσκυνώ, μια θεότητα, αλλά λατρεύω και τρεις υποστάσεις, Θεό Πατέρα και Θεό Υιό σαρκωμένο και Θεό άγιο Πνεύμα, ένα Θεό.