Σάββατο 9 Ιουλίου 2016

Ο Καθηγούμενος της Ι. Μ. Σίμωνος Πέτρας Γέροντας Ελισσαίος για τον Αγιορείτη Μητροπολίτη Τρίκκης και Σταγών Διονύσιο

Η επανέκδοση προσφάτως δύο βιβλίων: «Ανατολικός Ορθόδοξος Μοναχισμός» τ. Α και Β από την Ιερά Μονή Παντοκράτορος Κερκύρας, και «Μάρτυρες», από την Ιερά Μονή Κοιμήσεως Θεοτόκου Βυτουμά Καλαμπάκας, δίδει στους νεωτέρους την ευκαιρία να γνωρίσουν μία μεγάλη μορφή της Εκκλησίας, τον μακαριστό Μητροπολίτη Τρίκκης και Σταγών κυρό Διονύσιο Χαραλάμπους, πρότυπο επισκόπου και στύλο της μοναχικής αναγεννήσεως στα τέλη του 20ού αιώνος.
Ο Μακαριστός Διονύσιος Χαραλάμπους γεννήθηκε το 1907 στο Αβτζιλάρ (Κυνηγοί) Αδραμυττίου της Μικράς Ασίας(1). Οι γονείς και δύο αδελφές του κατακρεουργήθηκαν κατά την μικρασιατική καταστροφή. Στην συγκλονισμένη καρδιά του εφήβου, πού κατέφυγε στην Μυτιλήνη, η φιλανθρωπία του Θεού άναψε φλόγα μεγάλη. «Η πατρική του Κυρίου χειρ έφερε το χειμαζόμενον πλοιάριόν μου εις εύδιον λιμένα. Γηραιός, πεπειραμένος και διά πολλών αρετών κεκοσμημένος άγιος Γέρων, χειραγωγήσας με, μοί ήνοιξε την «Πύλην του Ουρανού»(2). Δέκα χρόνια εμόνασε στην Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας Αγίου Όρους. Στην συνέχεια σπούδασε στην Αθωνιάδα Σχολή και κατόπιν στην Θεολογική Σχολή της Χάλκης. Το 1934 χειροτονήθηκε εκεί διάκονος και το 1935 πρεσβύτερος.
Στα 1940-42 υπηρέτησε ως ιεροκήρυκας στην Μητρόπολη Μηθύμνης και ανέλαβε την ηγουμενία της Ιεράς Μονής Λειμώνος. Τον Αύγουστο του 1942 τον συνέλαβαν οι Γερμανοί με την κατηγορία ότι περιέθαλπε Βρετανούς στρατιώτες, τον βασάνισαν και τον κατεδίκασαν σε δεκαετή ειρκτή.

ΣΙΜΩΝΟΠΕΤΡΙΤΕΣ ΠΑΤΕΡΕΣ: Γερο-Εὐστράτιος, ὁ Πειραιώτης.


Γερο-Εὐστράτιος, ὁ Πειραιώτης.

Ὁ γερο-Εὐστράτιος γεννήθηκε στὸν Πειραιᾶ τὸ 1895. Τὸ 1926-1927 ἦλθε στὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ κοινοβίασε στὰ Κατουνάκια, στὴν Καλύβη τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, κοντὰ στὸν μακαριστὸ καὶ ἁγιασμένον Ἰγνάτιον τὸν Πνευματικό, τὸν ἀόμματο, τὸν ἐπονομαζόμενον Βούλγαρο. Ἦτο ὁ τελευταῖός του ὑποτακτικός, ἀφοῦ ἐκοιμήθη στὶς 25 Ὀκτωβρίου τοῦ 1927.
Ἐλέγετο Βούλγαρος, διότι ὁ πατέρας του ἦταν Βούλγαρος ἀπὸ τὶς Σέῤῥες καὶ ἡ μητέρα του Ἑλληνίδα. Γιὰ αὐτὸν ἔγραψε ἐκτενῶς ὁ μακαριστὸς Γέροντας τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου Ὠρωποῦ Ἀττικῆς, ἀρχιμανδρίτης Χερουβείμ, στὴν σειρά: Σύγχρονες Ἁγιορείτικες Μορφές. Ἐκεῖ εὐχαριστεῖ καὶ τὸν γερο-Εὐστράτιο, γιὰ τὸν ὁποῖον γράφει: ...σήμερα εὑρίσκεται στὴν Μονὴ τῆς Σιμωνόπετρας καὶ εἶναι πνευματικὸς ἐγγονὸς τοῦ βιογραφούμενου πατρός. Ἦτο ἀπὸ τοὺς κυρίους πληροφοριοδότες μας. Διάδοχος τοῦ Γέροντος Ἰγνατίου τοῦ πνευματικοῦ ἀναδείχθηκε ὁ ὑποτακτικός του Ἰγνάτιος ὁ νεώτερος, ὁ Ἕλληνας.
Τὸ ξεκίνημά του λοιπὸν ὁ γερο-Εὐστράτιος τὸ ἔκανε σὲ πολὺ πνευματικὸ χῶρο καὶ μὲ τὶς καλύτερες προϋποθέσεις. Ὅλα του τὰ πνευματικὰ στοιχεῖα, τὰ ὁποῖα διατηροῦσε ὡς τὶς ἡμέρες μας -ἦταν γέρος ὀγδόντα ἐτῶν, ὅταν ἐμεῖς κοινοβιάσαμε στὴν Σιμωνόπετρα-, τὰ χρεωστοῦσε στοὺς Γεροντάδες του.
Ὅμως, ὅπως ὅλοι ἀποφασίζουν νὰ γίνουν μοναχοί, ἔτσι καὶ ὁ γερο-Εὐστράτιος ἀντιμετώπισε ποικίλες δυσκολίες κατὰ τὴν ἀναχώρησή του ἀπὸ τὸν κόσμο. Βρέθηκε μπροστὰ σὲ συνοικέσια καὶ ὑποσχέσεις γιὰ μία ἐπιτυχημένη οἰκογενειακὴ ζωή. Ἀπὸ τὴν μία τὰ κλάματα τῶν γονιῶν, καὶ ἰδιαιτέρως τῆς μητέρας του, καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη οἱ προκλήσεις τῶν ὑποσχέσεων δυσκόλεψαν λίγο τὴν ἀναχώρησή του.
Βρῆκε ὅμως τὸν τρόπο καὶ ξέφυγε, ὅπως ὁ ἴδιος ἐκαυχᾶτο: -σὰν μάγκας πειραιώτης. Στὸ ἕνα ἀπὸ τὰ συνοικέσια πρόβαλε ὅτι ἦταν ἄῤῥωστος, φθισικός, -τότε βρισκόταν σὲ ἔξαρση αὐτὴ ἡ ἀῤῥώστια-, στὸ δεύτερο ἔλεγε ὅτι εἶναι ἀῤῥαβωνιασμένος καί, ὅταν τὸν ῥωτοῦσαν μὲ ποιάν, ἀπαντοῦσε μὲ μία Μαριάμ, ἐννοώντας πὼς τὴν ζωή του τὴν ἔχει ἢ μᾶλλον θέλει νὰ τὴν παραδώσει στὴν Παναγία μας, τὴν Κυρία τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ἦταν δηλαδὴ καὶ αὐτὸς Παναγιόκλητος, ὅπως χαρακτηριστικὰ συνήθιζε νὰ λέγει ὁ μακαριστὸς παπα-Ἐφραὶμ ὁ Κατουνακιώτης, γιὰ τὸν ὁποῖον κάθε μοναχὸς ἁγιορείτης ἦταν Παναγιόκλητος.

- Γέρων Ιερώνυμος Σιμωνοπετρίτης (1871-1957)





Ο Γέρων Ιερώνυμος Σιμωνοπετρίτης· «πτωχός εκ πτωχών αλλ’ ευσεβών γονέων»

Ο Γέροντας Ιερώνυμος, γόνος της αγιοτόκου Μικράς Ασίας, είναι ένα πρόσωπο στο οποίο συνυπήρχαν πολλές και σπάνιες αρετές με μοναδικές ικανότητες και χαρίσματα. Ο διψασμένος και πνιγμένος στην αναζήτηση και τα προβλήματά του κόσμος βρήκε τον πατέρα του. Αυτόν που μπορούσε να ακούσει, να κατανοήσει, να αγκαλιάσει, να δώσει κατεύθυνση και λύση, να εμπνεύσει, να μεταγγίσει ελπίδα, φωτισμό, αγάπη, χάρη Θεού. Βρήκε αυτόν που μιλάει με τον σοφό λόγο του, την ενάρετη πολιτεία του, τον θαυμαστό μυστικό κόσμο του. 
.......Από τα σπουδαιότερα, μεγαλύτερα, πιο σημαντικά που έχει να παρουσιάσει στην σύγχρονη ιστορία η Ιερά Μονή Σίμωνος Πέτρας του Αγίου Όρους είναι το διακριτικό πρόσωπο του για δέκα περίπου χρόνια ηγουμένου της π. Ιερωνύμου. Γόνος της αγιοτόκου Μικράς Ασίας, φυτεύθηκε στο περιβόλι της Παναγίας και της αγιότητος και έδωσε τα άνθη των αρετών και τους καρπούς της αγιωσύνης του στο Μετόχι της Αναλήψεως.
.......Κάτω από την αγία Τράπεζα του Σιμωνοπετρίτικου παρεκκλησίου της Αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής ένα μικρό κιβώτιο διαφυλάσσει ως πολύτιμο θησαυρό και μοναδική παρακαταθήκη το υπόλειμμα της επίγειας παρουσίας και την υπόμνηση της ουράνιας πορείας, τα άγια λείψανα του εναρέτου ηγουμένου της.
.......Πίσω από το ιερό βήμα της «Αναλήψεως» ένα κενό μνήμα περιέχει το λίγο χώμα που αγκάλιασε το ελαφρό από την άσκηση σώμα και απορρόφησε τους τελευταίους ελάχιστους φυσικούς χυμούς ενός ανθρώπου γεμάτου πνεύμα, του αγίου οικονόμου της. Ο κόσμος που μέχρι σήμερα προσκυνά απλά και μόνον τον τόπο του και αναμειγνύει τα δάκρυα και τις προσευχές του με την απαλή αλλά βαθειά ανάμνησή του, επιβεβαιώνει την χάρη του και αποδεικνύει την αγιότητά του. Το άδειο μνήμα είναι γεμάτο από χάρη. Ο απών είναι παρών. Η μνήμη του δεν σβήνει στο παρελθόν· ζωογονεί το παρόν και ζωντανεύει το μέλλον.

Βασίλειος ιερομόναχος Βατοπαιδινός (1867 - 1934)


Ο κατά κόσμον Βασίλειος Δημόπουλος γεννήθηκε το έτος 1867 στο χωριό Αγία Μαρίνα Λοκρίδος. Ήταν εξάδελφος του Προηγουμένου Ιακώβου Βατοπεδινού († 1924). Το έτος 1886 προσήλθε στη μονή Βατοπεδίου και το 1893 εκάρη μοναχός σε αυτή. Το 1894 χειροτονήθηκε διάκονος και ακολούθησε τον θείο και Γέροντά του Ιάκωβο στη Ρωσία, στο Πατριαρχικό Μετόχιο του Αγίου Σέργιου στη Μόσχα.
Εκεί σπούδασε, διακόνησε άοκνα, πρόθυμα, φιλότιμα και με κάθε επιμέλεια το Μετόχι. Χειροτονήθηκε πρεσβύτερος το 1913. Ως ιερεύς έλαβε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο το οφφίκιο του σακελλίωνος και αργότερα του αρχιμανδρίτου. Το 1924, μετά την κοίμηση του Γέροντός του, τον διαδέχθηκε στην αντιπροσωπεία του Μετοχιού. Υπέγραφε ως Αρχιμανδρίτης Βασίλειος Βατοπεδινός, Αντιπρόσωπος του Οικουμενικού Πατριαρχείου και του Αρχιεπισκόπου Σιναίου εν τη Σοβιετική Ρωσσία». Μία περίοδο ήταν αντιπρόσωπος του Πατριάρχου Αλεξανδρείας.
Στη μονή Βατοπεδίου σώζονται πολύτιμα αφιερώματά του, όπως τα αργυροεπίχρυσα κι επισμαλτωμένα μανουάλια της Παναγίας της Βηματάρισσας, τα οποία τοποθετούνται μπροστά από την αγία και θαυματουργή εικόνα της κατά τις πανηγύρεις.

Αρκάδιος ιεροδιάκονος Βατοπεδινός (1865 - 1934)


Ο κατά κόσμον Αστέριος Θεοδώρου γεννήθηκε στο χωριό Σκουπιά της Αλώνης των Πριγκιπονήσων το 1865. Στη μονή Βατοπεδίου προσήλθε το 1882 και το επόμενο έτος εκάρη μοναχός. Το 1887 χειροτονήθηκε διάκονος και το 1899 προήχθη σε προϊστάμενο της μονής. Στη μονή μόναζε ο κατά σάρκα αδελφός του ιερομόναχος Γερμανός († 1932) και οι ανεψιοί του Παντελεήμων και Νικόδημος.
Ήτο απόφοιτος της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής και της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης. Κατά τα έτη της φοιτήσεως του στη Ριζάρειο συνεδέθη πνευματικώς μετά του αγίου Νεκταρίου. Τούτο συνέτεινε ώστε η μονή να συνδράμει τις εκδόσεις του άγιου. Με εισήγηση του η μονή ανέλαβε την έκδοση του σπουδαίου βιβλίου του αγίου Χρηστοήθεια. Στη μονή σώζεται το πτυχίο του Αρκαδίου ως αποφοίτου της Ριζαρείου, όπου το 1905 ο άγιος Νεκτάριος υπογράφει ως σχολάρχης.
Λόγω της μορφώσεώς του, του πρότειναν πολλές φορές ανώτατα εκκλησιαστικά αξιώματα, αλλά πάντοτε τα απέρριπτε λέγοντας ταπεινά:
«Εγώ δεν είμαι για τον κόσμο και αν βγω στον κόσμο, όχι μόνο δεν θα βοηθήσω, αλλά θα χάσω και την ψυχή μου». Όταν κάποτε η αδελφή του τον παρότρυνε να δεχθεί να μείνει μόνιμα στον κόσμο, γιατί θεωρούσε την παραμονή του στη μονή μείωση και ζωντανό θάψιμο, ταπεινά της είπε: «Εγώ γι’ αυτό πήγα στη μονή, για να ταπεινωθώ, γιατί μόνο έτσι θα σωθώ».
Διετέλεσε δάσκαλος στο σχολείο της μονής, έφορος της Αθωνιάδος Σχολής, αντιπρόσωπος στην Ιερά Κοινότητα, μέλος της επιτροπής για τον καταρτισμό του Καταστατικού Χάρτου του Άγιου Όρους και για μία τριακονταετία βιβλιοθηκάριος και αρχειοφύλακας της μονής του. 

Ιάκωβος μοναχός Βατοπεδινός (1807 - 1904)


Ο κατά κόσμον Ιωάννης Βαρσαμάς γεννήθηκε στο χωριό Παναγία της νήσου Θάσου το έτος 1807. Στη μονή Βατοπεδίου ήλθε το 1829. Κατά τη μοναχική του κουρά από Ιωάννης ονομάσθηκε Ιάκωβος.
Επί εξήντα έτη διετέλεσε τυπικάρης άριστος στο Καθολικό της μεγάλης μονής. Έχαιρε άκρας εκτιμήσεως άπ όλη την πολυπληθή αδελφότητα, λόγω της οσιότητος του βίου του, του ήθους, της υπομονής και της χάριτός του.
Το 1871, υστέρα από πρόσκληση του σουλτάνου Κωνσταντινουπόλεως, λόγω της ενσκηψάσης χολέρας, συνόδευσε την Τιμία Ζώνη της Θεοτόκου, με ειδικό ατμόπλοιο πού έφθασε στον όρμο της μονής για την παραλαβή. Μαζί με τον ιερομόναχο Ιωσήφ και τον μοναχό Γεράσιμο παρέμεινε με την Αγία Ζώνη επί τρίμηνο στην Κωνσταντινούπολη, τελώντας αγιασμούς στους οίκους και βλέποντας πολλά θαύματα της Παναγίας. Επέστρεψαν στη μονή με πολλά δώρα από τους ευσεβείς κατοίκους, oι οποίοι τους απέδωσαν μεγάλες τιμές, και με πολύ χρυσό από τον ίδιο τον σουλτάνο, τον οποίο είχε παρακινήσει να προσκαλέσει τους πατέρες με τον πολύτιμο θησαυρό ο Πατριάρχης Άνθιμος ς’ (1845-1848, 1853-1855, 1871-1873).
Ο γηραιός και ακέραιος αυτός μοναχός μετά παραμονή 75 ετών στη μονή ανεπαύθη εν Κυρίω στις 2.2.1904, μετά την αγρυπνία της Υπαπαντής του Κυρίου, προς υπάντηση του Χριστού, ως ο πρεσβύτης Συμεών ο Θεοδόχος.

Πηγές-Βιβλιογραφία: Γερασίμου Σμυρνάκη αρχιμ., Το Άγιον Όρος, Άγιον Όρος 1988, σ. 429 και σ. 438. Πληροφορίες μοναχού Ιωσήφ Βατοπεδινού.
Αναδημοσίευση από: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, Μέγα Γεροντικό εναρέτων αγιορειτών του εικοστού αιώνος Τόμος Α΄ – 1900-1955, Εκδόσεις Μυγδονία, Α΄ Έκδοσις, Σεπτέμβριος 2011

Φίλιππος μοναχός Βατοπαιδινός (1909 - 1988)


Γεννήθηκε ο κατά κόσμον Ιωάννης Λαδάς του Αθανασίου και της Θεοπούλας στις Σέρρες το 1909. Το 1963 προσήλθε στο Βατοπεδινό Κελλί της Αγίας Άννης Κολιτσούς. Το 1964 εκάρη μοναχός και ονομάσθηκε Φίλιππος. Το 1971 προσήλθε κι εγκαταβίωσε μόνιμα στη μονή Βατοπεδίου.
Ήταν αρκετά φιλακόλουθος μοναχός. Πρώτος ερχόταν στην ακολουθία και τελευταίος έφευγε. Στις πολύωρες καθημερινές ιερές ακολουθίες και στις ολονύκτιες αγρυπνίες ήταν πάντοτε όρθιος. Ποτέ δεν καθόταν στο στασίδι. Πάντοτε λιτοδίαιτος, λιγομίλητος και ασκητικός. 
Όταν κατέπεσε, έμενε κλεισμένος στο κελλί του. Δεν ήθελε επισκέψεις και ομιλίες. Ετοιμαζόταν για το μεγάλο και ανεπίστροφο ταξίδι. Σ’ ένα μοναχό είπε: «Σε τρεις ημέρες θα πεθάνω». Έτσι ακριβώς έγινε. Πήγε αθόρυβα εκεί που ποθούσε, για εκεί που από χρόνια ήταν προετοιμασμένος.
Μερικοί τον θεωρούσαν περίεργο και παράξενο. Μάλλον οι ίδιοι ήταν περίεργοι και παράξενοι και ήθελαν να μάθουν τ’ ακριβά μυστικά του. Ήξερε καλά τι έκανε ο μακάριος Γερο-Φίλιππος. Η αρετή χάνεται αμέσως στην αυτοδιαφήμιση. Η αφάνεια αυξάνει την αρετή του. Ένας αφανής ήρωας ήταν ο μακάριος. Ανεπαύθη εν Κυρίω στις 12.8.1988, επικαλούμενος τις δυνατές πρεσβείες της Θεοτόκου.
Πηγές – Βιβλιογραφία: Μοναχολόγιον Ιεράς Μονής Βατοπεδίου.
Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, Μέγα Γεροντικό εναρέτων αγιορειτών του εικοστού αιώνος Τόμος Γ΄  – 1984-2000, σελ. 1140-1143,  Εκδόσεις Μυγδονία, Α΄ Έκδοσις, Σεπτέμβριος 2011.

Νεόφυτος ιερομόναχος Βατοπαιδινός (1876 - 1967)


Ο κατά κόσμον Αγαθάγγελος Θεοχαρούδης του Δημητρίου και της Αναστασίας γεννήθηκε το 1876 στο Γομάτι Χαλκιδικής. Προσήλθε το 1892 στο ωραίο και αρχαίο Βατοπεδινό Κελλί του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Προκοπίου, όπου θησαυριζόταν το χέρι του. Εκάρη μοναχός το 1899 από τον Γέροντα Νεόφυτο τον Α’. Χειροτονήθηκε διάκονος το 1907 και πρεσβύτερος το 1909.Υπήρξε άριστος, διακριτικός και φημισμένος Πνευματικός. Τον καλούσαν συχνά στη Χαλκιδική προς εξομολόγηση των πιστών.
Σε κανέναν άλλο Πνευματικό δεν πήγαιναν τόσοι πολλοί να εξομολογηθούν. Γράφει ο Γέροντας Γαβριήλ Διονυσιάτης στο περίφημο Λαυσαϊκόν του: «Προΐσταται ως Γέρων ο καλοκάγαθος και ευλαβής πνευματικός Νεόφυτος ιερομόναχος κατ’ έτος καλούμενος προς εξομολόγησιν εις την γείτονα Χαλκιδικήν όθεν κατάγεται, διεδέχθη εν τη διακονία ταύτη έτερον διάσημον πνευματικόν εκ των αυτών Βατοπεδινών Κελλίων τον Νεόφυτον και αυτόν καλούμενον, μνήμην δικαίου μετ’ εγκωμίων καταλιπόντα εις τα πλησιόχωρα μέρη και τοις αγιορείταις πατράσι». Ο διακο-Διονύσιος ο Φιρφιρής († 1999) έλεγε πως κάποτε ένας νέος απογοητευμένος πήγαινε ν’ αυτοκτονήσει, γιατί ένας Πνευματικός τον επετίμησε να κοινωνήσει μόνο προ του θανάτου του. Τον έστειλε στον Γέροντα Νεόφυτο. Ο παπα-Νεόφυτος τον δέχθηκε με συμπάθεια και καλοσύνη. «Μετανοείς, παιδί μου», του είπε˙ «όλα τα κρίματά σου πάνω μου. Την Κυριακή να κοινωνήσεις». Κοινώνησε και σώθηκε.

Θαλελλαίος ιερομόναχος Βατοπαιδινός (1882-1961)


Γεννήθηκε στην Αίνο της Α. Θράκης στις 22.1.1882. Τα πρώτα γράμματα έμαθε στην πατρίδα του. Το 1905 ήλθε στο Άγιον Όρος και εισήλθε στην ιερά μονή Βατοπεδίου. Σπούδασε στην Αθωνιάδα Σχολή. Εδώ χειροτονήθηκε διάκονος (1908) και πρεσβύτερος (1909). Το 1912 έλαβε μέρος στον ελληνοτουρκικό πόλεμο. Μετά οκταετή παραμονή στο Άγιον Όρος επέστρεψε στην πατρίδα του, όπου από τον μητροπολίτη Αίνου Ιωακείμ († 1927) τοποθετήθηκε αρχιερατικός επίτροπος της ιεράς μητροπόλεως το 1913 και το 1915 προχειρίσθηκε στη Χάλκη.
 Κατά τους διωγμούς των ετών 1914-1915 συγκακούχησε και συμμαρτύρησε μετά των καταδιωκομένων χριστιανών της επαρχίας του.
 Αγωνίσθηκε θαρραλέα και υπεράνθρωπα για τη σωτηρία των χριστιανών και των περιουσιών τους, δίχως ποτέ να φοβηθεί και να τρομοκρατηθεί από τις απειλές των άγριων κομιτατζήδων. Κατά τον φοβερό διωγμό του Αυγούστου του 1915 εξορίσθηκε επί τρία και πλέον έτη στα Μάλγαρα, όπου δέχθηκε στερήσεις, κακώσεις και φυλακίσεις. Μετά την ανακωχή ο μητροπολίτης του, που βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη, του ζήτησε να συνδράμει τους χριστιανούς στην επιστροφή στους τόπους τους από την εξορία. Δεν άργησαν όμως νέες απειλές και κίνδυνοι να υπάρχουν στην επαρχία του Αίνου. Ο δραστήριος και γενναίος αρχιμανδρίτης υπερμάχησε εως τέλους υπέρ των καταδυναστευομένων συμπατριωτών του. Μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών, τους ακολούθησε στην Αλεξανδρούπολη (1920), όπου πάντοτε ήταν «αγαπώμενος και εκτιμώμενος υπό πάντων».
Αργότερα συναντάται εφημέριος στην Ξάνθη. Βασανίσθηκε και κακοποιήθηκε από τους Βουλγάρους. Απομακρύνθηκε βίαια από την πόλη και κατέφυγε στα Κουφάλια Εδέσσης. Το 1960 συναντάται εφημέριος στη Σύρο, όπου εκεί μάλλον ανεπαύθη το επόμενο έτος.
Πηγές–Βιβλιογραφία:
Ευγενίου Κωσταρίδου άρχιμ., Η σύγχρονος Ελληνική Εκκλησία, Αθήναι 1921, σσ. 539-541. Εκκλησίας της Ελλάδος, Μνήμες και Μαρτυρίες από το ’40 και την Κατοχή, Αθήναι 2001, σ.535
Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, Μέγα Γεροντικό εναρέτων αγιορειτών του εικοστού αιώνος Τόμος Β΄ – 1956-1983, Εκδόσεις Μυγδονία, Α΄ Έκδοσις, Σεπτέμβριος 2011

Μηνάς ιερομόναχος Βατοπαιδινός (1892 - 1981)


Ο κατά κόσμον Θεοφάνης του Δημητρίου γεννήθηκε στην Κιουτάχεια της Μ. Ασίας το 1892. Το 1903 προσήλθε προς μονασμό στο Βατοπεδινό Κελλί των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, στο οποίο μόνασαν και οι κατά σάρκα αδελφοί του, μοναχοί Γαβριήλ και Χαράλαμπος. Εκάρη μοναχός το 1909 και μετονομάσθηκε Μηνάς. Το 1916 χειροτονήθηκε διάκονος και το 1924 πρεσβύτερος και κατεστάθη Πνευματικός.
Διετέλεσε για δεκαετίες Πνευματικός της μονής Βατοπεδίου. Έχαιρε μεγάλης εκτιμήσεως από τους πατέρες, γιατί ήταν πολύ διακριτικός Πνευματικός. Στο τέλος της ζωής του γηροκομήθηκε από τους Βατοπεδινούς πατέρες. Ανεπαύθη εν Κυρίω το έτος 1981.
Στο οστεοφυλάκιο της μονής φυλάγονται τα οστά του, τα οποία είναι κατακίτρινα, ως το κεχριμπάρι. Για τον εν λόγω Πνευματικό μιλούσε πάντοτε εγκωμιαστικά ο μακαριστός Ιερομόναχος Ευδόκιμος ο Πνευματικός († 2002), που συνέχισε και αυτός το έργο του με πολλή διάκριση, υπομονή και αγάπη.
Πήγες – Βιβλιογραφία
Πληροφορίες μας δόθηκαν από τον μοναχό Ιωσήφ Βατοπεδινό, τον οποίο και ευχαριστούμε. 
Πηγή: Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, Μέγα Γεροντικό εναρέτων αγιορειτών του εικοστού αιώνος Τόμος Β΄  –  1956-1983, σελ. 1018-1020, Εκδόσεις Μυγδονία, Α΄ Έκδοσις, Σεπτέμβριος 2011.

Ιάκωβος ιερομόναχος Βατοπαιδινός (1853 - 1924)


Ο κατά κόσμον Παναγιώτης Δημόπουλος γεννήθηκε στο χωριό Αγία Μαρίνα Λοκρίδος το έτος 1853. Στη μονή Βατοπεδίου προσήλθε το 1869. Μοναχός εκάρη το 1871 υπό του εναρέτου Γέροντός του, Ια­κώβου του Ηπειρώτου (†1885). Διάκονος χειροτονήθηκε το 1875 και πρεσβύτερος το 1885. Το 1879 αποφοίτησε της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης. Κατά τα έτη της φοιτήσεώς του τον διέκρινε η σεμνότητα, η οποία τον συνόδευε ως τα τέλη της ζωής του. Δίδαξε και στη σχολή της μονής του και διετέλεσε αρχιγραμματεύς της Ιεράς Κοινότητος. Το 1891 προήχθη στο αξίωμα του Προηγουμένου και το 1894 του αρχιμανδρίτου στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, με την ευλογία της μονής. Το ίδιο έτος με άδεια της μονής απεστάλη ως αντιπρόσωπος του Οικουμενικού Πατριαρχείου στο Πατριαρχικό Μετόχι της Μόσχας του Αγίου Σεργίου, το οποίο ανακαίνισε και αύξησε. Διακρινόταν για την ιεροπρέπεια, την παιδεία και τους αγαθούς τρόπους του.
Επί Οικουμενικού Πατριάρχου Ιωακείμ του Γ’ εξελέγη μητροπολίτης Λαρίσης, αλλά για λόγους πνευματικούς δεν απεδέχθη την εκλογή. Στη μονή σώζονται στολές και μίτρα του, ως μιτροφόρου αρχιμανδρίτου στη Μόσχα, καθώς και οι σταυροί και το εγκόλπιο, που του δώρισε ο Πατριάρχης Ιωακείμ ο Γ’, ως ένδειξη της ευαρέσκειας του Πατριαρχείου, για τις καλές υπηρεσίες του προς τη Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία στη Μόσχα.

Γεώργιος μοναχός Βατοπαιδινός (1899 - 1966)


Ο κατά κόσμον Δημήτριος Καζάνης γεννήθηκε στη Νικήτη της Χαλκιδικής το 1899. Προσήλθε στη μονή Βατοπεδίου το 1914 κι εκάρη μοναχός σε αυτή το 1916. Το 1926 αναχώρησε της μονής και περιφερόταν στα όριά της επί 35 χρόνια.
Ο ιερομόναχος Χρυσόστομος Μουστάκας, που τον συντάντησε, γράφει στο ωραίο βιβλίο του για το Άγιον Όρος γι’ αυτόν, πως ο σκούφος του από την πολυκαιρία και τον ιδρώτα ειχε χάσει το πρώτο του χρώμα. Ήταν πάντοτε μονοχίτων και ανυπόδητος και ποτέ δεν λούσθηκε. Μόνιμη θερινή τροφή του κυρίως τα σύκα και τον χειμώνα καρύδια, κάστανα, κούμαρα και βελανίδια. Οι χυμοί των σύκων ένωναν τα γένεια του και τα νωπά καρύδια μαύριζαν τα χέρια του με τα’ άκοπα νύχια. Δεν μαγείρευε ποτέ. Αν πήγαινε σε κανένα πανηγύρι έτρωγε με βουλιμία για να τον κατηγορούν ως γαστρίμαργο και άφηνε αβγά στα γένεια του για να τον περιγελούν. Δεν γνώριζε τι να κάνει δύο εκατόδραχμα, που του έδιναν τον χρόνο από το μοναστηριακό ταμείο, στη δεκαετία του 1950. Θεμέλια του μοναχού, αν τον ρωτούσες, απαντούσε πως είναι: «πρώτον υποταγή και συνάμα ταπείνωση». Και αν του έλεγες, γιατί τόση ευτέλεια στην ενδυμασία του, θ’ άκουγες πως: «Όταν σε σκεπάσει το χώμα τα πολυτελή ενδύματα δεν έχουν να σε βοηθήσουν τίποτε». Κουρέλια σκέπαζαν το σώμα του. Ανάμεσα στα βάτα που κρυβόταν, όπου τον διέκρινες με ανοιγμένα χέρια, έμοιαζε με αητό. Κάποτε έκανε τον σαλό και απόφευγε έτσι τους περίεργους θαυμαστές. Έφευγαν εκείνοι, έφευγε και αυτός από τις ρεματιές στα δάση και από τις πλαγιές στα υψώματα. Κοινωνούσε των αχράντων Μυστηρίων με δάκρυα. Σιγόψελνε στις αγρυπνίες, παγώνοντας στους νάρθηκες. Τον θεωρούσαν σαλεμένο και τρελό και αυτός χαιρόταν αφάνταστα. Γέροντες με προορατικό χάρισμα τον θαύμαζαν για τη μεγάλη του ταπείνωση.

Ευγένιος μοναχός Βατοπαιδινός (1882 - 1961)


Ο κατά κόσμον Ευστράτιος Δημητρίου γεννήθηκε το 1882 στο Δερέκιο Προύσας της Μικράς Ασίας. Μικρό παιδί ήλθε και μόνασε στη Βατοπεδινή σκήτη του Αγίου Δημητρίου. Το 1917 προσήλθε στη μονή Βατοπεδίου και ανέλαβε ισόβια το διακόνημα του δοχειάρη.
Να πως περιγράφει ένας νέος μοναχός, επισκέπτης, το κελλί του και τη ζωή του: «Το περιβάλλον ήταν άκρως ασκητικό. Ο ίδιος, αν και έμενε στο πλούσιο και ιδιόρρυθμο αυτό μοναστήρι, έδειχνε πως εζούσε ζωή σκητιώτικη. Η έκφρασίς του, τα λόγια του, κυρίως όμως το κελλί του, σε πληροφορούσαν εύγλωττα για την ασκητικότητά του. Είδα στον τοίχο να κρέμονται σε δύο καρφιά ένα ράσο και μία φανέλλα˙ σε κάποια γωνιά ήταν στρωμένη μία μεγάλη προβιά˙ πιο πέρα ένα τραπέζι προχειροφτιαγμένο και μία καρέκλα, στην οποία και κάθισα. Δύο-τρεις εικόνες κρεμασμένες στον τοίχο, συνεπλήρωναν την επίπλωση του κελλιου. Έμεινα κατάπληκτος. Στο Βατοπέδι βρίσκομαι η στα Καρούλια; μονολόγησα».
Αυτή ήταν η περιουσία του Βατοπεδινού ιδιορρυθμίτη μονάχου. Όταν επέμενε ο μοναχός εκείνος να του μιλήσει για την προσωπική του ζωή, ο Γέροντας Ευγένιος με δυσκολία και προς στηριγμό, του εκμυστηρεύθηκε: «Τριάντα περίπου χρόνια έχω εδώ. Πριν έλθω εδώ, ήμουν στην Βατοπεδινή Σκήτη, στην οποία κοινοβίασα από μικρό παιδί. Στο μοναστήρι ήλθα για να βοηθήσω τους πατέρας, επειδή έχουν ανάγκη από δοχειάρη. Αφ’ ότου ήλθα μένω εδώ. Είναι καλό το δωμάτιο μου…